- ζέοντα
- ζέωboilpres part act neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic aeolic)ζέωboilpres part act masc acc sg (epic doric ionic aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ζέοντ' — ζέοντα , ζέω boil pres part act neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic aeolic) ζέοντα , ζέω boil pres part act masc acc sg (epic doric ionic aeolic) ζέοντι , ζέω boil pres part act masc/neut dat sg (epic doric ionic aeolic) ζέοντι , ζέω boil pres… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
горющии — (6*) пр. 1. Горячий: сѹща˫а же далече ѿ огнѩ повелѣниѥмь же б҃иѥмь въсходѩть стюдѣнеиша выспрь же огнѩ сѹщи˫а вода ѿтѹдѣ ражгома горющи велми въсходѩть (ζέοντα) ГА XIII–XIV, 183б. 2. Раскаленный: на неже пусти Г(с)ь каменье горюще. и потопи ˫а и… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
υποφωσφορώδης — ες, Ν φρ. α) «υποφωσφορώδες οξύ» χημ. ανόργανη χημική ένωση τού φωσφόρου, οξύ που παρασκευάζεται με οξίνιση, με την βοήθεια αραιού διαλύματος θειικού οξέος, ενός διαλύματος υποφωσφορώδους βαρίου, το οποίο με τη σειρά του παράγεται κατά την… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… … Dictionary of Greek